25 Μαΐ 2011

Ξένες λέξεις στην ελληνική γλώσσα


Η ελληνική γλώσσα, κατά τη διάρκεια της ιστορικής της πορείας, έχει επηρεαστεί οπωσδήποτε από τις γλώσσες άλλων λαών, γειτονικών και όχι μόνο.
Αρκετές ξένες λέξεις έχουν εισχωρήσει στη γλώσσα μας. Κάποιες απ' αυτές μάλιστα τόνο βαθιά, που είναι δύσκολο να συνειδητοποιήσει ο ομιλητής την πραγματική καταγωγή τους και άλλες που δεν κατάφεραν ποτέ να προσαρμοστούν στους κανόνες της ελληνικής γλώσσας και φανερώνουν αμέσως τη ξενική τους προέλευση.
Ποιες είναι αυτές οι λέξεις και με ποιες αντίστοιχες ελληνικές μπορεί κάποιος να τις αντικαταστήσει;

Κάποιες απ' αυτές που χρησιμοποιούνται ευρέως είναι:

1. το στυλ = το ύφος
2. για σέρβις = για έλεγχο
3. είχε καλό σέρβις = είχε καλή εξυπηρέτηση
4. το σόου = το θέαμα
5. ζήτησε τάιμ – άουτ = ζήτησε σύντομη διακοπή του αγώνα
6. πολλά αβαντάζ = πολλά πλεονεκτήματα
7. τρικ = τεχνάσματα
8. είναι ιμιτασιόν = είναι απομιμήσεις
9. στοκ = απόθεμα (προιόντων)
10. σέρφινγκ = ιστισανίδα, κυματοδρομία
11. τσάμπιονς λίγκ = όμιλος πρωταθλητριών (ομάδων)
12. ρεζερβουάρ = δοχείο αυτοκινήτου για βενζίνη
13. μοντάζ = συναρμολόγηση του υλικού (φωτογραφιών ή εικόνων)
14. ρεπόρτερ = δημοσιογράφος, ανταποκριτής
15. σόου γούμαν = παρουσιάστρια θεάματος

Διαβάστε περισσότερα...

22 Μαΐ 2011

Μόνο γιατί μ' αγάπησες - Μαρία Πολυδουρη

Η Μαρία Πολυδούρη ανήκει στη λογοτεχνική γενιά του '20, η οποία καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής.Η ποίηση της Πολυδούρη χαρακτηρίζεται από έντονο λυρισμό και αυθορμητισμό, από τον έρωτα και το θάνατο. Το αίσθημα της μελαγχολίας είναι διάχυτο καθώς και η επιθυμία για εξαγνισμό μέσω του έρωτα.
Το "Μόνο γιατί μ' αγάπησες" είναι από τα πιο σημαντικά ερωτικά ποιήματα της ελληνικής ποίησης, το οποίο έχει μάλιστα μελοποιηθεί δύο φορές.






Μόνο γιατί μ' αγάπησες:

"Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάη
είδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο
να παίζει, να πονάη,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες."


Διαβάστε περισσότερα...

7 Μαΐ 2011

Η σύντομη ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας

Η Νέα Ελληνική γλώσσα εξελίσσεται καθημερινά αντλώντας ή ακόμη και διαμορφώνοντας στοιχεία από πολλές πηγές. Πώς έφτασε όμως στη σημερινή μορφή της;

Η Νέα Ελληνική γλώσσα είναι απόγονος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και ανήκει στον κλάδο των Ινδοευρωπαϊκών γλωσσών. Σήμερα υπολογίζεται ότι χρησιμοποιείται από 14 με 15 εκατομμύρια άτομα στον κόσμο. Τα 11 εκατομμύρια των ομιλητών της ζουν στην Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ τα υπόλοιπα 3 με 4 εκατομμύρια είναι κυρίως Έλληνες ομογενείς του εξωτερικού.
Οι απαρχές της ελληνικής γλώσσας βρίσκονται στην Πρωτοελληνική γλώσσα, η οποία έδωσε τη θέση της στη Μυκηναϊκή ή Κριτομυκηναική γλώσσα και η οποία μαρτυρείται από τις πήλινες πινακίδες της Γραμμικής Β.
Από 'κει κι έπειτα αναπτύσσεται η Κλασσική Ελληνική γλώσσα, δηλαδή η Αρχαία Ελληνική, της οποίας κύριο χαρακτηριστικό είναι οι πολλές διάλεκτοι( ιωνική, αιολική, δωρική, κ.α.) με σημαντικότερη την αττική. Η διάλεκτος αυτή χρησιμοποιήθηκε στην Αθήνα του 5ου αιώνα και διαδόθηκε κι έξω από τα όρια της πόλης – κράτους. Μάλιστα μετά τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου διαμορφώθηκε σε μια κοινή γλώσσα των Ελλήνων και των κατοίκων της Μ. Ασίας, της Αιγύπτου, της Συρίας, της Μεσοποταμίας, της Περσίας ακόμη και του Ιράν και του Αφγανιστάν. Η διεθνοποίηση της ελληνικής γλώσσας είχε ως αποτέλεσμα τη διαφοροποίηση από την αρχική μορφή της σε όλα τα επίπεδα.
Ως επακόλουθο αυτών των μεταβολών προέκυψε η Ελληνιστική Κοινή, η οποία μαρτυρείται κυρίως στην Καινή Διαθήκη. Αυτή με τη σειρά της εξελίχθηκε στη Μεσαιωνική Ελληνική, η οποία μαρτυρείται σε αρκετά δημοτικά τραγούδια. Τα όρια μεταξύ Μεσαιωνικής Ελληνικής και Νέας Ελληνικής δεν είναι ιδιαίτερα σαφή. Ωστόσο τοποθετούνται περίπου στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου.
Η Νέα Ελληνική γλώσσα συνδυάζει στοιχεία από τη γλωσσική μορφή που χρησιμοποιούσαν οι λόγιοι (Καθαρεύουσα ή Αρχαΐζουσα) και τη γλωσσική μορφή που χρησιμοποιούσε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού (Δημοτική). Συμπεριλαμβάνονται και οι νεοελληνικές διάλεκτοι, οι οποίες χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και με την πάροδο του χρόνου παρουσιάζουν συρρίκνωση.
Η ελληνική γλώσσα έχει επηρεάσει όσο και επηρεαστεί από τις άλλες γλώσσες. Ελληνικές λέξεις χρησιμοποιήθηκαν στις επιστήμες διεθνώς, ενώ πολλοί όροι έχουν φτιαχτεί με βάση ελληνικές ρίζες, συχνά σε συνδυασμό με λατινικές. Αντίστοιχα και η ελληνική γλώσσα έχει δανειστεί λέξεις τόσο από προελληνικές γλώσσες όσο κι από σύγχρονες.
Διαβάστε περισσότερα...

4 Μαΐ 2011

Ζακλίν Ντε Ρομιγύ - Η Γαλλίδα που λάτρεψε την Ελλάδα

Η Ζακλίν ντε Ρομιγύ (Jacqueline Worms de Romilly)ήταν Γαλλίδα κλασική φιλόλογος και ελληνίστρια. Εξέχουσα προσωπικότητα στο χώρο των αρχαιοελληνικών σπουδών του εικοστού αιώνα, η οποία μετέφρασε πολλούς Έλληνες κλασικούς συγγραφείς στα γαλλικά και δημοσίευσε πλήθος μελετών για την αρχαία ελληνική γραμματεία και ιστορία.
Η ίδια ενσάρκωσε μέσα από το έργο της μια ουμανιστική αντίληψη του πολιτισμού, με ιδιαίτερη προσήλωση στην πεποίθηση ότι η μελέτη της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού συμβάλλει στην κατανόηση της ελευθερίας του ατόμου και στην έννοια της δημοκρατίας.
Γεννήθηκε το 1913 στην πόλη Σαρτρ της Γαλλίας. Σπούδασε Λατινικά και Αρχαία Ελληνικά στο Lycée Molière και ήταν η πρώτη γυναίκα που εισήχθη στην École Normale Supérieure. Δίδαξε ως καθηγήτρια της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στα πανεπιστήμια του Μπορντό,της Λιλ και της Σορβόνης.Από το Collège de France της δόθηκε η έδρα των Ελληνικών, για πρώτη φορά σε γυναίκα καθηγήτρια.Υπήρξε επίσης και η πρώτη γυναίκα μέλος της Académie des inscriptions et belles-lettres.
Ανάμεσα στα άλλα μεγάλα βραβεία με τα οποία έχει τιμηθεί διακρίνεται και το βραβείο του Ιδρύματος Ωνάση το 1995. Το ίδιο έτος της δόθηκε η ελληνική υπηκοότητα και το 2001 ανακηρύχθηκε «πρέσβειρα του Ελληνισμού».
Γεγονός είναι πάντως ότι η Γαλλίδα καθηγήτρια αγάπησε την Ελλάδα, την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό και λάτρεψε τον Θουκυδίδη και τον Όμηρο.
Διαβάστε περισσότερα...

3 Μαΐ 2011

Ο σκοπός

Στα Λατινικά το τελικό αίτιο φανερώνει το σκοπό για τον οποίο γίνεται κάτι και εξαρτάται από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας.

Ο σκοπός (ή αλλιώς το τελικό αίτιο) στη λατινική μπορεί να εκφραστεί με τους ακόλουθους τρόπους:

1. με αιτιατική του σουπίνο, π.χ. complures praedonum duces forte salutatum ad eum venerunt.

2. ad, in + αιτιατική του γερουνδίου (εμπρόθετη), π.χ. complures praedonum duces forte ad eum venerunt ad salutandum.

3. causa, gratia + γενική του γερουνδίου, π.χ. . complures praedonum duces forte ad eum venerunt salutandi causa.

4. αναφορική - τελική πρόταση (εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία qui-quae-quod), π.χ. . complures praedonum duces forte ad eum venerunt qui salutarent 5. τελική πρόταση (εισάγεται με τον τελικό σύνδεσμο ut ή ne), π.χ. . complures praedonum duces forte ad eum venerunt ut salutarent.
Διαβάστε περισσότερα...

Συλλαβισμός - Ο χωρισμός των λέξεων

Όταν γράφουμε συχνά παρουσιάζεται η ανάγκη να χωρίσουμε μια λέξη, αλλάζοντας γραμμή. Πώς όμως χωρίζουμε σωστά τη λέξη;Θυμάστε τον κανόνα του συλλαβισμού;

Συλλαβισμός είναι η διαδικασία χωρισμού των λέξεων σε συλλαβές. Η διαδικασία χρησιμοποιείται στον γραπτό λόγο, όταν πρέπει να χωρίσουμε μια λέξη, επειδή αυτή δε χωράει σε μία σειρά και χρειάζεται με μεταφερθεί στην επόμενη. Συγκεκριμένα:
• Όταν ένα σύμφωνο βρίσκεται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα συλλαβίζεται με το δεύτερο φωνήεν, π.χ. α- γά -πή .
• Όταν δύο σύμφωνα βρίσκονται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα συλλαβίζονται με το δεύτερο φωνήεν, αν από αυτά τα σύμφωνα αρχίζει ελληνική λέξη, π.χ. βι – βλί –ο (βλάβη). Αν δεν αρχίζει ελληνική λεξη, το πρώτα από αυτά τα δύο σύμφωνα συλλαβίζεται με την προηγούμενη συλλαβή και τοδεύτερο με την επόμενη, π.χ. σύμ – φω – νο.
• Όταν τρία ή περισσότερα σύμφωνα βρίσκονται ανάμεσα σε δύο φωνήεντα, συλλαβίζονται με το δεύτερο φωνήεν, αν από τα δύο πρώτα από αυτά αρχίζει ελληνική λέξη, π.χ. ε – χθρι – κός (εχθές).Αν δεν αρχίζει ελληνική λέξη το πρώτο από αυτά συλαβίζεται με το πρώτο φωνήεν και τα υπόλοιπα με το δεύτερο φωνήεν, π.χ. αν – θρω –πιά.
• Τα δίψηφα γράμματα, οι δίθφογγοι και οι συνδυασμοί αυ και ευ θεωρούνται ένα γράμμα και δεν χωρίζονται, π.χ. έ – ντο – μο.
• Τα όμοια σύμφωνα χωρίζονται, π.χ. γράμ – μα.
• Οι σύνθετες λέξεις ακολουθούν τους παραπάνω κανόνες.
Διαβάστε περισσότερα...

Το δίλημμα του τελικού -ν

Συχνά ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δίλημμα του τελικού - ν: "χρειάζεται εδώ ή όχι;","διατηρείται άραγε το -ν πριν το κ;" Το τελικό αυτό - ν κατέχει τη δική του σημαντική θέση στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας και σήμερα ακόμη πολλοί είναι οι επικριτές του και πολλοί οι οπαδοί του. Εμείς δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε και να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τον απλό κανόνα της γραμματικής.
Το Τελικό –ν σε μερικές λέξεις άλλοτε διατηρείται κι άλλοτε χάνεται. Ποιες είναι αυτές οι λέξεις;

• Το άρθρο τον/την
• Η προσωπική αντωνυμία του τρίτου προσώπου αυτήν/αυτόν, την/τον
• Τα μόρια δεν και μην

Πότε αυτές διατηρούν το τελικό –ν; Όταν ή ακόλουθη λέξη αρχίζει:
• Από φωνήεν
• Από τα σύμφωνα κ, π, τ
• Από τα δίψηφα μπ, ντ, γκ
• Από τα διπλά ξ, ψ π.χ. τον κύριο, την ξέρω, δεν ψάχνω, την μπότα

Πότε χάνουν το τελικό –ν;
Όταν η ακόλουθη λέξη αρχίζει από τα υπόλοιπα σύμφωνα (β, γ, δ, ζ, θ, ,λ, μ, ν, ρ, σ, φ, χ, )
π.χ. τη δασκάλα,δε θυμάμαι, μη φύγεις

ΣΗΜΕΙΩΣΗ:

1. Στον γραπτό λόγο το τελικό –ν διατηρείται πάντα στο αρσενικό γένος του οριστικού (τον) και αόριστου άρθρου (έναν) για να αποφεύγεται η σύγχυση με τα αντίστοιχα ουδετέτοθ γένους (το, ένα). π.χ. τον νέο (άντρα) αλλά το νέο (είδηση) έναν νέο (άντρα) αλλά ένα νέο (είδηση)
2. Το τελικό –ν διατηρείται πάντα:
• στο άρθρο των
• στην προσωπική αντωνυμία του τρίτου προσώπου (αυτόν, τον)
• στο τροπικό επίρρημα σαν π.χ. των φίλων μου, φώναξέ τον, σαν θάλασσα
Διαβάστε περισσότερα...

2 Μαΐ 2011

Ποίηση 1948

Ο Νίκος Εγγονόπουλος γράφει το συγκεκριμένο ποίημα σε μια εποχή τραγική για τον ελληνισμό, καθώς βιώνει την τραγωδία του εμφυλίου πολέμου, και επιλέγει να μιλήσει - ή να σωπάσει; - μέσα από την ποίηση.


Ποίηση 1948
Εγγονόπουλος Nίκος

τούτη η εποχή του εμφυλίου σπαραγμού δεν είναι εποχή για ποίηση κι' άλλα παρόμοια :
σαν πάει κάτι να γραφή είναι ως αν να γράφονταν από την άλλη μεριά αγγελτηρίων θανάτου
γι' αυτό και τα ποιήματά μου είν' τόσο πικραμένα (και πότε - άλλωστε - δεν είσαν;)
κι' είναι - προ πάντων - και τόσο λίγα

(από τα Ποιήματα, B΄, Ίκαρος 1977)
Διαβάστε περισσότερα...

Ο Κρητικός

Ο Κρητικός ανήκει στην περίοδο της ωριμότητας του Σολωμού και είναι ένα από τα σπουδαιότερα έργα του.

Ο Κρητικός
Διονύσιος Σολωμός

I Eκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τ’ ακρογιάλι· «αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!». Tρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ’ άλλο, πολύ κοντά στην κορασιά, με βρόντημα μεγάλο· τα πέλαγα στην αστραπή κι ο ουρανός αντήχαν, οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.

II Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια, μά τες πολλές λαβωματιές που μόφαγαν τα στήθια, μά τους συντρόφους πόπεσαν στην Kρήτη πολεμώντας, μά την ψυχή που μ’ έκαψε τον κόσμο απαρατώντας. (Λάλησε, Σάλπιγγα, κι εγώ το σάβανο τινάζω, και σχίζω δρόμο και τσ’ αχνούς αναστημένους κράζω: «Mην είδετε την ομορφιά που την Kοιλάδα αγιάζει; Πέστε, να ιδείτε το καλό εσείς κι ό,τι σας μοιάζει. Kαπνός δε μένει από τη γη· νιος ουρανός εγίνη. Σαν πρώτα εγώ την αγαπώ και θα κριθώ μ’ αυτήνη». «Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια, στη θύρα τής Παράδεισος που εβγήκε με τραγούδια· έψαλλε την Aνάσταση χαροποιά η φωνή της, κι έδειχνεν ανυπομονιά για νά ’μπει στο κορμί της· ο Oυρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος, το κάψιμο αργοπόρουνε ο κόσμος ο αναμμένος· και τώρα ομπρός την είδαμε· ογλήγορα σαλεύει· όμως κοιτάζει εδώ κι εκεί και κάποιονε γυρεύει»).

III Aκόμη εβάστουνε η βροντή . . . . . . Kι η θάλασσα, που σκίρτησε σαν το χοχλό που βράζει, ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα, σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τ’ άστρα· κάτι κρυφό μυστήριο εστένεψε τη φύση κάθε ομορφιά να στολιστεί και το θυμό ν’ αφήσει. Δεν είν’ πνοή στον ουρανό, στη θάλασσα, φυσώντας ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας, όμως κοντά στην κορασιά, που μ’ έσφιξε κι εχάρη, εσειόνταν τ’ ολοστρόγγυλο και λαγαρό φεγγάρι· και ξετυλίζει ογλήγορα κάτι που εκείθε βγαίνει, κι ομπρός μου ιδού που βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη. Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της, στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της.

IV Eκοίταξε τ’ αστέρια, κι εκείνα αναγαλλιάσαν, και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν· κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει, κυπαρισσένιο ανάερα τ’ ανάστημα σηκώνει, κι ανεί τσ’ αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη, κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη. Tότε από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει, κι η χτίσις έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει. Tέλος σ’ εμέ που βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα, καταπώς στέκει στο Bοριά η πετροκαλαμήθρα, όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει· την κοίταζα ο βαριόμοιρος, μ’ εκοίταζε κι εκείνη. Έλεγα πως την είχα ιδεί πολύν καιρόν οπίσω, καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο, κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου, καν τ’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου· ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκειά κι αστοχισμένη, που ομπρός μου τώρα μ’ όλη της τη δύναμη προβαίνει. [Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζει ξάφνου οχ τα βάθη του βουνού, κι ο ήλιος το στολίζει.] Bρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα, κι έχασα αυτό το θεϊκό πρόσωπο για πολληώρα, γιατί άκουσα τα μάτια της μέσα στα σωθικά μου· έτρεμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου. Όμως αυτοί είναι θεοί, και κατοικούν απ’ όπου βλέπουνε μες την άβυσσο και στην καρδιά τ’ ανθρώπου, κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου: . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . «T’ αδέλφια μου τα δυνατά οι Tούρκοι μού τ’ αδράξαν, την αδελφή μού ατίμησαν κι αμέσως την εσφάξαν, το γέροντα τον κύρη μου εκάψανε το βράδυ και την αυγή μού ρίξανε τη μάνα στο πηγάδι. Στην Kρήτη . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Mακριά ’πό κείθ’ εγιόμισα τες φούχτες μου κι εβγήκα. Bόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ’χω· σε γκρεμό κρέμουμαι βαθύ, κι αυτό βαστώ μονάχο».

V Eχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου, κι εδάκρυσαν τα μάτια της κι εμοιάζαν της καλής μου. Eχάθη, αλί μου, αλλ’ άκουσα του δάκρυου της ραντίδα στο χέρι, που ’χα σηκωτό μόλις εγώ την είδα.― Eγώ από κείνη την στιγμή δεν έχω πλια το χέρι, π’ αγνάντευεν Aγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι· χαρά δεν του ’ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι· κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου ζαλεύουν, αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν, και μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ’ αστροπελέκι σκάει, κι η θάλασσα να καταπιεί την κόρη αναζητάει, ξυπνώ φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει, και βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει.― Kαι τα νερά ’σχιζα μ’ αυτό, τα μυριομυρωδάτα, με δύναμη που δέν ειχα μήτε στα πρώτα νιάτα, μήτε όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια, μάχη στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια, μήτε όταν τον μπομπο-Iσούφ και τσ’ άλλους δύο βαρούσα σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα. Στο πλέξιμο το δυνατό ο χτύπος της καρδιάς μου (κι αυτό μου τ’ αύξαιν’,) έκρουζε στην πλεύρα της κυράς μου. Aλλά το πλέξιμ’ άργουνε, και μου τ’ αποκοιμούσε, ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε. Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν, και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν, και τον κρυφό της έρωτα της βρύσης τραγουδάει, του δέντρου και του λουλουδιού που ανοίγει και λυγάει. Δεν είν’ αηδόνι κρητικό που σέρνει τη λαλιά του σε ψηλούς βράχους κι άγριους όπ’ έχει τη φωλιά του, κι αντιβουΐζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα, ώστε που πρόβαλε η Aυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια, κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια. Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό οπού τ’ αγρίκαα μόνος στον Ψηλορείτη όπου συχνά μ’ ετράβουνεν ο πόνος, κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι· κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθεριάς ελπίδα κι εφώναζα: «ω θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα» κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι· καλή ’ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι. Λαλούμενο, πουλί, φωνή, δεν είναι να ταιριάζει, ίσως δε σώζεται στη γη ήχος που να του μοιάζει· δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός . . . . . . . δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του. Aν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα· σαν του Mαϊού τες ευωδιές γιομίζαν τον αέρα, γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι . . . . . . . μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Xάρος. M’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και νά ’μπει δεν ημπόρει ο ουρανός κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη· με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω τη σάρκα μου να χωριστώ για να τον ακλουθήσω. Έπαψε τέλος κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου, που εστέναξε κι εγιόμισεν οχ την καλή μου· και τέλος φθάνω στο γιαλό την αρραβωνιασμένη, την απιθώνω με χαρά, κι ήτανε πεθαμένη.

(από τα Ποιήματα, Ίκαρος 1961)
Διαβάστε περισσότερα...

Διαρθρωτικές Λέξεις

Υπάρχουν λέξεις που ολοκληρώνουν κι ενώνουν τα νοήματα του λόγου μας, επιτυγχάνοντας παράλληλα την απόδοση της κατάλληλης νοηματικής σχέσης.

Διαρθρωτικές Λέξεις
Τι είναι: Οι διαρθρωτικές είναι μεταβατικές – συνδετικές λέξεις, οι οποίες ενώνουν νοήματα στο πλαίσιο : α. μιας περιόδου, β. μιας παραγράφου, γ. περισσότερων παραγράφων. Υπάρχουν αρκετές κατηγορίες διαρθρωτικών λέξεων με τις οποίες επιτυγχάνονται ποικίλες νοηματικές σχέσεις. Τέτοιες είναι οι ακόλουθες:

Αντίθεση – Εναντίωση: αλλά, όμως, ενώ, αντίθετα, ωστόσο, απεναντίας, κι όμως, πέρα απ’ αυτά όμως, μολονότι, παρά το γεγονός ότι…κτλ

Χρονική σειρά -Ακολουθία νοημάτων: όταν, αφού, καθώς, αρχικά, μόλις, σήμερα, τέλος, πριν από, στον αιώνα μας, ύστερα, τώρα, μέχρι κτλ.

Διευκρίνιση: λόγου χάρη, για παράδειγμα κτλ.

Σύγκριση και σκοπός: συγκριτικά, σε σχέση, παρά, απ’ όσο, απ’ ότι κτλ. σκοπός, για να, επιδίωξη, στόχος κτλ.

Επιβεβαίωση -Συμφωνία –Αποδοχή: βεβαίως, εξάλλου, σίγουρα, παράλληλα, είναι αλήθεια, πράγματι, αναμφισβήτητα, αναμφίβολα κτλ.

Έμφαση –Επιτονισμός: μάλιστα, θα ήθελα να τονίσω ότι, αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, αξίζει να επισημανθεί ότι, παρουσιάζεται επιτακτική η ανάγκη να…, πράγματι, κατεξοχήν, προπάντων, το σημαντικότερο είναι κτλ.

Επεξήγηση και αποτέλεσμα: δηλαδή, ειδικότερα, με άλλα λόγια ,συγκεκριμένα κτλ. αποτέλεσμα, ώστε, οπότε, λοιπόν, συνεπώς κτλ.

Συμπέρασμα: τελικά, άρα, επιλογικά, συμπερασματικά, συνεπώς, επομένως, ανακεφαλαιώνοντας, συνοψίζοντας τα παραπάνω κτλ.

Προϋπόθεση και αρίθμηση: με την προϋπόθεση, αν, εκτός αν, εφ’ όσον κτλ. πρώτον, τέλος, κατ’ αρχάς κτλ.

Γενίκευση και δισταγμός: γενικά, ευρύτερα, τις περισσότερες φορές κτλ. μήπως, μη(ν) κτλ.

Προσθήκη –πρόσθεση: συμπληρωματικά, ακόμη, επίσης, επιπρόσθετα, επιπλέον, ή, και, παράλληλα, αφ’ ενός…αφ’ ετέρου, εξάλλου, κατά πρώτο λόγο…κτλ.

Αιτιολόγηση: γιατί, διότι, επειδή ,αφού, εξαιτίας, που, γι’ αυτό το λόγο, το φαινόμενο οφείλεται, καθώς, μια που, λόγος είναι κτλ.

Τοπική σχέση και διαχωρισμός: όπου, ή, είτε -είτε, μπορεί να κτλ.

Ταξινόμηση και ομοιότητα: απ’ τη μια, απ’ την άλλη, κατά πρώτο λόγο κτλ. όπως, σαν, ομοίως, το ίδιο ισχύει, παρουσιάζει κοινά στοιχεία κτλ
Διαβάστε περισσότερα...